Shirin Neshat: Παγκόσμιοι διάλογοι μέσω της ιδιαιτερότητας της Ισλαμικής κουλτούρας
Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Το Δόντι»
Της Εύης Γκοτσοπούλου
«Η μαντίλα είναι μια απίστευτα ισχυρή εικόνα όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ενδυναμώνει σεξουαλικά μια γυναίκα. Υποτίθεται ότι κάνει ακριβώς το αντίθετο αλλά όπως καταλαβαίνετε και εσείς, μέσω απλώς ενός βλέμματος η γυναίκα έχει τη δύναμη να διεγείρει τους άνδρες.»
Φονταμενταλισμός, Ισλάμ, Μουσουλμανισμός, Τσαντόρ, Μπούρκα, Τζιχάντ, Μουτζαχεντίν. Άγνωστες λέξεις, κενές περιεχομένου στο πολύ πρόσφατο παρελθόν του Δυτικού Ανθρώπου. Λέξεις της καθημερινότητάς του, πλέον, που τον φοβίζουν και τον προβληματίζουν καθώς ταυτίζονται με τη μία και μοναδική λέξη που νομίζει ότι κατανοεί πλήρως: τη λέξη «Τρομοκρατία». Οι συγκεκριμένες όμως ανήκουν και φέρουν έναν άλλο πολιτισμό, ένα διαφορετικό σύστημα αξιών και τρόπου ζωής που δεν εξαντλείται σε έναν πολεμικό όρο. Η τάση του δυτικού πολιτισμού να βάζει εύκολες ταμπέλες σε ό,τι δεν ανήκει στη φιλοσοφία του δεν έχει αποσοβήσει ποτέ καμία σύγκρουση με τον υπόλοιπο κόσμο. Η κατανόηση είναι το κλειδί. Όχι η απλούστευση.
Οι πολιτισμοί χρήστες αυτών των λέξεων-αξιών είναι πολύπλευροι και πολυσήμαντοι. Η συνεισφορά τους στο παγκόσμιο πολιτιστικό γίγνεσθαι είναι ανυπέρβλητη. Και αν, για παράδειγμα, το Ιράν, ο Λίβανος, το Ιράκ, η Συρία, η Τουρκία μας απασχολούν σήμερα μόνο στη βάση του πολέμου και των τρομοκρατικών επιθέσεων, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πολιτιστική παραγωγή και καλλιτέχνες που δημιουργούν –εντός και εκτός των τειχών– και επηρεάζουν τις τέχνες και τη σκέψη μας. Καλλιτέχνες όπως η Σιρίν Νεσάτ που μέσα από τις εικόνες της προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει και η ίδια τον κώδικα του πολιτισμικού περιβάλλοντος στο οποίο γαλουχήθηκε και να μας παρουσιάσει την εικόνα του, κυρίως δημιουργώντας μας ερωτηματικά, παρά δίνοντάς μας έτοιμες, ευκολοχώνευτες απαντήσεις.
Γεννήθηκε το 1957 στο Ιράν και μεγάλωσε στην περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον Σάχη, σε ένα περιβάλλον ανοιχτό στη Δύση, με την περσική παράδοση να κυριαρχεί και το Ισλάμ να βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα. Στα 17 της οι γονείς της την έστειλαν να σπουδάσει στην Αμερική, στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ. Μεσολαβεί η Ισλαμική Επανάσταση και το καθεστώς την εξορίζει. Καταφέρνει να επιστρέψει το 1990 σε μία χώρα που δεν αναγνωρίζει. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, παρόλο που ζει και κινείται μέσα στην τέχνη –έχει ιδρύσει μαζί με τον άντρα της τη μη κερδοσκοπική γκαλερί «Στόρφορντ» στο Σόχο– η Νεσάτ δεν έχει βρει την καλλιτεχνική της κλίση. Όπως λέει η ίδια, δεν έβλεπε τον εαυτό της ως καλλιτέχνιδα, ούτε ένοιωθε την ανάγκη να δημιουργήσει. Το σοκ της επίσκεψης στην εντελώς αλλαγμένη από το Ισλάμ πατρίδα της τής ξύπνησε την ανάγκη να «απαντήσει» στα ερωτήματα που της γεννήθηκαν μέσα από την τέχνη της φωτογραφίας και της κινούμενης εικόνας. Έτσι, προκύπτουν το 1993 οι πρώτες φωτογραφικές δουλειές της, όπως το «Βγάζοντας το πέπλο». Μια σειρά φωτογραφιών έχει τον τίτλο «Γυναίκες του Αλλάχ», στις οποίες εμφανίζονται γυναίκες καλυμμένες με μαύρα τσαντόρ που αφήνουν ακάλυπτα μέρη του σώματος –όπως το πρόσωπο, τα χέρια και τις πατούσες– και φέρουν σε πολλές περιπτώσεις όπλα. Στα «εκτεθειμένα» σημεία του σώματος η Νεσάτ γράφει στην αρχαία γλώσσα Φαρσί αποσπάσματα από κείμενα Ιρανών γυναικών και κομμάτια που μιλάνε για τον σαρκικό πόθο, τη σεξουαλικότητα, τον αισθησιασμό και την ντροπή. Αυτές οι σιωπηλές γυναίκες, οι πολεμίστριες του Θεού, «μιλάνε» τελικά με το σώμα τους. Μιλάνε για το απαγορευμένο. Γι’ αυτά που έρχονται σε πλήρη αντιδιαστολή με το τσαντόρ και το Ισλάμ.
Ο Δυτικός Άνθρωπος μόνο να ψυχανεμιστεί μπορεί τις κραυγές των «Γυναικών του Αλλάχ» κοιτώντας τις φωτογραφίες της Νεσάτ. Στον μουσουλμανικό κόσμο είναι φυσικά απαγορευμένες –εκτέθηκαν μια και μοναδική φορά το 2001 στο Γαλλικό Ινστιτούτο στο Μαρόκο. Όπως απαγορευμένες είναι και οι υπόλοιπες δουλειές της, φιλμ και βίντεο, με τους εύγλωττους τίτλους «Η σκιά κάτω από τον ιστό», «Πολυτάραχος», «Έκσταση», «Μονόλογος», «Ζέση», «Παλμός», «Γυναίκες δίχως άνδρες» κ.ά. Όλα τα έργα της απεικονίζουν την εμπειρία και την «αμηχανία» ενός ανθρώπου που πατάει σε δύο κουλτούρες οι οποίες είναι εχθρικές μεταξύ τους. Πάντα υπάρχει ένα ζευγάρι αντιθέτων. Άνδρας-γυναίκα, Ανατολή-Δύση, παραδοσιακό-μοντέρνο, μέσα-έξω, ελευθερία-φονταμενταλισμός. Και παντού σιωπή. Μόνο η μουσική της συνεργάτιδάς της σε πολλά έργα της, επίσης Ιρανής, Σούζαν Ντεϊχίμ, και άλλων δημιουργών, όπως ο Φίλιπ Γκλας, την διαπερνούν. «Σε όλες μου τις δουλειές καταπιάνομαι με κοινωνικοπολιτικά ζητήματα. Στο τέλος, όμως, θέλω το έργο μου να υπερβαίνει αυτή τη διάσταση και να λειτουργεί στο πλέον αρχέγονο, συναισθηματικό επίπεδο. Η μουσική εντείνει τον συναισθηματικό χαρακτήρα των έργων μου. Γίνεται η ψυχή, το προσωπικό, το διαισθητικό και ουδετεροποιεί τις κοινωνικοπολιτικές πτυχές τους», σημειώνει η ίδια.
Στις περισσότερες φωτογραφίες το μοντέλο είναι η ίδια. Επιπλέον, πρωταγωνιστεί στα περισσότερα φιλμ που έχει δημιουργήσει, στα οποία η μείξη της πραγματικότητας με το φαντασιακό στοιχείο είναι τέλεια. Σκηνικό των έργων της είναι ως επί το πλείστον είναι το Μαρόκο, η Τουρκία, η Αλβανία, η Νέα Υόρκη. Στο Ιράν την κάλεσε επισήμως το 2006 ο υπουργός Πολιτισμού και τη διαβεβαίωσε ότι θα μπορέσει να δημιουργήσει χωρίς κανένα περιορισμό. Η ίδια δήλωνε επιφυλακτική και αυτή η συνεργασία δεν έχει ακόμα προκύψει.
Είναι από τις λίγες καλλιτέχνιδες που γνώρισαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, από το πρώτο κιόλας έργο, την καταξίωση και την παγκόσμια αναγνώριση. Η Αντίφαση: ο κόσμος κέρδισε μια μεγάλη καλλιτέχνιδα χάρη στο τσαντόρ, το θρησκευτικό φανατισμό, την απολυτότητα, την ανελευθερία. Η ίδια δεν παίρνει θέση υπέρ ή κατά. «Είμαι καλλιτέχνης, δεν είμαι ακτιβίστρια. Και βέβαια θέλω να αναδείξω το κάθε στερεότυπο, μόνο όμως για να το συνθλίψω στο τέλος. Πάρτε το στερεότυπο για τις μουσουλμάνες γυναίκες: είναι όλες πειθήνιες και θύματα. Και δεν είναι όμως. Σιγά σιγά υπονομεύω αυτή την εικόνα δείχνοντας με επιδεξιότητα και ευθύτητα πόσο ισχυρές είναι αυτές οι γυναίκες.»
Μπορούμε να το διαπιστώσουμε και μεις αν σηκώσουμε το τσαντόρ που φοράμε στα μάτια μας και ονομάζεται «μισαλλοδοξία» και «Φόβος για τον Άλλο». Ναι, ο μουσουλμανικός κόσμος είναι ένας άλλος κόσμος. ΑΛΛΟΣ! Η λέξη δεν είναι συνώνυμη της τρομοκρατίας, του φανατισμού, του πολέμου, της απαξίωσης και της απόρριψης. Αυτός είναι λόγος για να πλησιάσουμε με σεβασμό και να δούμε τι είναι αυτό το άλλο και σε ποιο βαθμό είναι διαφορετικό. Πόσο ανίσχυρες είναι οι γυναίκες του Ισλάμ; Αλήθεια, πόσο ισχυρές είμαστε εμείς οι «δυτικές» γυναίκες;
Η Σιρίν Νεσάτ έχει εκθέσει την εικαστική εγκατάσταση «Γυναίκες δίχως Άνδρες» καθώς και την «Turbulent (Πολυτάραχος)» στη χώρα μας, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης το 2009.
Έχει βραβευτεί πολλές φορές για τη δουλειά της σε παγκόσμιο επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Με το Έργο «Τurbulent» απέσπασε το Α΄ διεθνές βραβείο στην Μπιενάλε της Βενετίας του 1999 και το 2009 κέρδισε βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας για την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της οι ιστορίες της οποίας βασίζονται στο μυθιστόρημα «Γυναίκες δίχως άνδρες» της Σαρνούς Παρσιπούρ, όπως και η εικαστική εγκατάσταση. Το 2006 τιμήθηκε με το βραβείο The Dorothy and Lillian Gish Prize, ένα από τα σπουδαιότερα στις Τέχνες και φέτος τιμήθηκε στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός με το βραβείο του «Κρυστάλλου», το οποίο απονέμεται κάθε χρόνο σε καλλιτέχνες που έχουν συνεισφέρει στη βελτίωση του κόσμου.
Turbulent, 1998
Soliloquy, 1999
Summer -
Shirin Neshat's Women Without Men
- Συνδεθείτε για να υποβάλετε σχόλια
Διαβάστε Επίσης
- Tatiana Brodatch: Το γυμνό σώμα και η έκφραση του μέσα από την ερωτική γλυπτική
- Στόλλας Παύλος: Στην Υπηρεσία της Αυτού Μεγαλειότης..Τέχνη
- Η Συλλογή Έργων Τέχνης του David Bowie τίθεται προς πώληση
- Ο Des_cover καλλιτέχνης για τον μήνα Μάιο από το Presspop.gr
- Οι Sigur Rós συνεργάζονται με την Tate Modern για ένα διαδραστικό βίντεο