Days of Our Likes #06: Οι σανίδες της οργής

Μήνυμα σφάλματος

  • Notice: Undefined index: taxonomy_term στην similarterms_taxonomy_node_get_terms() (γραμμή 518 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 0 στην similarterms_list() (γραμμή 221 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 1 στην similarterms_list() (γραμμή 222 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).

“ Κατέβηκα μια βόλτα στην γειτονιά τις προάλλες. Το  Σαββατοκύριακο μόλις είχε μπει αλλά δεν πίστευα ότι θα έχει κόσμο. Είχα δίκιο και με έπιασε κατήφεια βλέποντας τα συνοικιακά μαγαζιά κλειστά και τους σκεϊτάδες στον κόσμο τους να πίνουν στην πλατεία. Άρχισα να βγάζω μερικές φωτογραφίες με το κινητό μου τους τοίχους με τα γκραφίτι. Δεν υπήρχε λόγος, έτσι απλά το έκανα. Το τρένο περνούσε εκείνη την στιγμή λίγο πιο κάτω. Προσπάθησα να το φωτογραφίσω  εν κινήσει καθώς ο ήχος του πάνω στις ράγες έσπαγε την ρουτίνα. Σκέφτηκα να γυρίσω να φύγω, αλλά no point to this either σκέφτηκα, μέχρι που ένας αδέσποτος σκύλος άρχισε να γαβγίζει καθώς ένας από τους σκεϊτάδες  βρήκε φοβερά αστείο να του πετάξει ένα τσιγάρο στο πρόσωπο. Η αγέλη των σκεϊτάδων  παρασυρόμενη από την κίνηση αυτή, άρχισε να κλωτσά τον σκύλο και να του πετά κουτάκια μπύρας. Ο αδέσποτος αδιαφόρησε κάτι που όμως δεν μπόρεσα να κάνω και εγώ πλησιάζοντας τον σκύλο χωρίς να ξέρω τι ακριβώς ήθελα να κάνω.

«Εσύ τι θες ρε;» μου φώναξε ο τύπος με το “ιδιαίτερο” χιούμορ.

 «Πραγματικά ρε φίλε τι πρόβλημα έχεις?» του απάντησα χωρίς να είμαι σίγουρος ότι άκουσα την φωνή μου, με  την αγέλη που συγκεντρωνόταν  γύρω μου να επιβεβαιώνει ότι είχα μιλήσει.

«Το πρόβλημα είναι δικό σου …» συνέχισε με το δάχτυλό του -που έδειχνε ξεκάθαρα  εμένα- να περιμένει  να τον διακόψω  τραυλίζοντας από μια κρυφή οργή, που ήξερα ότι δεν θα βρει ποτέ διέξοδο πλημμυρίζοντας τα στεγανά της ψυχής μου:

«Μα εσύ πείραξες …ο σκύλος;»

Τότε ήταν η ώρα της αγέλης να εκφράσει τον κοινό τρόπο σκέψης της υπό τον ήχο διαφορετικών φωνών,  ηχοχρωμάτων αλλά σε ίδιο ύφος :

 «Εμείς φταίμε που δεν ξέρεις να ζεις;» … «Ναι ρε μαλάκα να ζεις.»… «Γουστάρεις να πέσεις στο σιντριβάνι;  Γουστάρεις να κλωτσήσεις ένα σκύλο ; Οτιδήποτε! Καν’ το για να νιώσεις ζωντανός.» ενώ κάποιοι συνέχισαν απειλητικά φωνάζοντας:  «Tι μας κοιτάς;».

Ένιωσα κάπως. Ίσως και να φοβήθηκα, δεν ξέρω. Δεν έδωσα συνέχεια αλλά πέρασα το απόγευμα με το σώμα μου να λειτουργεί ως ένας αλγόριθμος  προσπαθώντας να μετρήσει  το  βάρος της ντροπής… τον τεράστιο όγκο που καταλαμβάνει το κενό της δειλίας . Όταν βράδιασε και έκατσα στο μπαλκόνι που έβλεπε στην πλατεία, ήταν ακόμα εκεί στρίβοντας τσιγάρα και πίνοντας τις μπύρες που έπεφταν κατά λάθος στις τσέπες των φαρδιών τους μπουφάν  κάθε φορά που ο περιπτεράς κοίταζε την μικρή του τηλεόραση, φορώντας σκισμένα t-shirt, ενώ από τα στενά τζιν ξεπρόβαλε το εσώρουχό τους κάθε φορά που έκαναν κάποιο κόλπο με τις σανίδες τους. Μόνο που αυτή την φορά είχαν και κορίτσια μαζί . Η αγέλη ακόμα και σε αυτό επιβεβαιωνόταν. Κάθε φορά που πλησίαζαν μια κοπέλα, το έκαναν μαζί, διεκδικώντας την όπως μια αγέλη λύκων, ακόμα και αν άνηκε σε κάποιον από αυτούς .Το πιο συνταρακτικό όμως ήταν το ότι αυτές δεν τις ενοχλούσε. Δεν τις ενόχλησε ούτε όταν μια κοπέλα διασχίζοντας την πλατεία, της όρμησαν δυο τρεις στριμώχνοντάς την. Χρειάστηκε να επέμβουν οι πιο ψύχραιμοι ή έστω οι λιγότερο μαστουρωμένοι για να την αφήσουν να φύγει. Καθόμουν εκεί στο μπαλκόνι και συνέχιζα να τους κοιτάζω. Ήμουν πολύ περίεργος για το πώς θα συμπεριφέρονταν αν ήταν ο καθένας μόνος του. Αν αυτή την δύναμη τους την έδινε η ομάδα, η πίστη στην στήριξη της συμμορίας. Υπήρχε όμως μια βασική διαφορά αυτής της ομάδας από μια απλή συμμορία. Η συμμορία αναγνωρίζει την παραβατική της πλευρά. Το πρόβλημα το δικό τους ήταν ότι μπέρδευαν την παραβατικότητα με την αντισυμβατικότητα. Μπήκα στο δωμάτιό μου και έπεσα στο κρεβάτι ακούγοντας  τους σκεϊτάδες  να φεύγουν λίγο αργότερα με τα bmx και τις σανίδες τους,  πετώντας άδεια μπουκάλια μπύρας στον αέρα -για να πέσουν με θόρυβο λίγα δευτερόλεπτα αργότερα προκαλώντας τους έκσταση-  κατευθυνόμενοι προς  κάποιο σπιτικό πάρτι, όπου θα βυθίζονταν περισσότερο στην μοναδικότητα που πίστευαν ότι διέτρεχε τις θολωμένες φλέβες τους. 

* Ο Ε. είναι  17 χρονών και από το μικρό του μπαλκόνι έχει θέα στην πλατεία.  Χωρίς να έχει τίποτα να κάνει κάθεται εκεί, δίπλα στους σκουριασμένους τενεκέδες που λειτουργούν ως γλάστρες για τους φίκους της μητέρας του. Του αρέσει να στέλνει γράμματα σε στήλες εφημερίδων και ιντερνετικών περιοδικών όπως το παραπάνω. Κάποια στιγμή ελπίζει ότι θα σταματήσει να φοβάται και θα αποδέχεται τα πράγματα  χωρίς  υπερανάλυση. Κάποια στιγμή αυτό ίσως και να του συμβεί, αλλά θα είναι πολύ μακριά από αυτό το μπαλκόνι. Οι σκεϊτάδες θα είναι ακόμα εκεί όπως και οι φίκοι.

Twitter icon
Facebook icon
Google icon
StumbleUpon icon