Πάτρα, Ψηλαλώνια, ώρα 6 και μισή το απόγευμα.
Καφές, τσιγάρο κι air condition και βρίσκομαι μεταξύ φθοράς κι αφθαρσίας. Χτυπάει το τηλέφωνο.
- Ψήνεσαι για Μαραβέγια; Μου ξέμεινε ένα εισιτήριο και βαριέμαι να ψάξω γι’ άτομα να το πουλήσω!
Στο άκουσμα του ονόματος του αηδού, ο οποίος επάξια κερδίζει τον όρο ‘σάουντρακ’ στα φετινά καλοκαιρινά ξενύχτια μου, όφειλα αν μη τί άλλο να σηκωθώ από τον καναπέ, να ρίξω κάτι πάνω μου και να πάω ν’ ακούσω τη ‘Λόλα’ από κοντά. Όπως κι έγινε.