“Είδα τά καλύτερα μυαλά τής γενιάς μου χαλασμένα απ' την τρέλα, λιμασμένα υστερικά γυμνά, νά σέρνονται μέσ' απ' τούς νέγρικους δρόμους τήν αυγή γυρεύοντας μιά φλογισμένη δόση, χίπστερς αγγελοκέφαλοι πού καίγονταν γιά τόν αρχαίο επουράνιο δεσμό μέ τό αστρικό δυναμό στή μηχανή τής νύχτας, φτωχοί καί κουρελήδες μέ βαθουλωμένα μάτια, πού φτιαγμένοι ξενυχτούσαν καπνίζοντας στό υπερφυσικό σκοτάδι παγωμένων διαμερισμάτων, αρμενίζοντας πάνω από τίς κορ φές τών πόλεων αφοσιωμένοι στήν τζάζ...”